- απαθανατισμός
- απαθανατισμός, ο και απαθανάτιση, ητο να γίνει κανείς αθάνατος: Ο απαθανατισμός του Περικλή έγινε κυρίως με τα έργα στην Ακρόπολη της Αθήνας.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.